- Ἰνδίαν
- Ἰνδίᾱν , Ἴνδιοςfem acc sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κοκομπόλο — το βοτ. διεθνώς κοινή ονομασία τού ξύλου που προέρχεται από το είδος Dalbergia retusa και σε μικρότερο βαθμό από το Dalbergia granadilla τού γένους Δαλβεργία, γνωστό και ως πάλο νέγκρο ή ξύλο γραναδίλας. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου,… … Dictionary of Greek